ΚΥΚΛΑΔΙΤΙΚΟΙ ΝΤΟΥΜΠΛΕΔΕΣ

«ὑγίειάν τε γὰρ τοῖς σώμασι παρασκευάζει καὶ ὁρᾶν καὶ ἀκούειν μᾶλλον, γηράσκειν δὲ ἧττον»

"Η ασχολία με το κυνήγι φέρνει υγεία στο σώμα, οξύνει την όραση και την ακοή και επιβραδύνει τα γηρατειά"

Από το μεγαλειώδες έργο του ιστορικού Ξενοφώντα 430π.χ. - 354π.χ. "Κυνηγετικός" τον 5ο π.χ. αιώνα

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2011

Κυκλαδίτικοι ντουμπλέδες.

Του Νίκου Βασάλου http://kaliakouda.blogspot.com


Για κάτι που αισθάνομαι ευτυχής, είναι η ησυχία της γειτονιάς μου. Το χειμώνα ειδικά, νομίζω ότι είμαι νεωκόρος σε ναό νεκροταφείου! Το καλοκαίρι αλλάζει το σκηνικό. Οι επισκέπτες που επαναπατρίζονται, δίνουν ζωή. Η πιτσιρικαρία αντηχεί απ’ άκρη σ’ άκρη στο χωριό, τα ποδήλατα τρέχουν αφηνιασμένα όπου φανταστεί ανθρώπου νους και οι χαιρετούρες δίνουν και παίρνουν όλη μέρα μεταξύ των περαστικών.

Το σύνδρομο της κλεισούρας και της μονοχνοτιάς που απλόχερα κερνά η μεγαλούπολη, εκτονώνεται μέσα στις καλαμιές, τα χωράφια με το αγριοκρίθαρο και τις ξερολιθιές, που κάποτε εγκατέλειψαν οι παππούδες τους για μια καινούρια αρχή στην πόλη. Οι ψησταριές, οι μπύρες και οι βεγγέρες έχουν την τιμητική τους για έναν μήνα περίπου και η γειτονιά, γίνεται πάλι γειτονιά! Σαν αυτή που έχουμε όλοι μας στις παιδικές μας θύμησες. Τότε που η κυρά Μαρία ήξερε που είναι οι απέναντι, τι τρώνε για μεσημέρι, αν ο Γιαννάκης είναι τιμωρία γιατί έσπασε το βάζο με το γλυκό μελιτζανάκι κτλ.

Ένα σαββατόβραδο η βεράντα μου μετατράπηκε, για λίγο κι αυτή, σε βωμό σπονδής στον Διόνυσο και διάφορα εδέσματα στόλισαν το τραπέζι. Από νωρίς οι γείτονες τσίκνιζαν την ατμόσφαιρα συνεισφέροντας κι αυτοί με την σειρά τους έτσι ώστε, το σκηνικό να παραπέμπει στα γνωστά μας διονυσιακά γλέντια που έστηναν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Όταν το οινόπνευμα είχε ανέβει σε ποσοστά μέσα στο αίμα μας, πολλές ώρες μετά την αποχώρηση του βασιλιά ήλιου, τα πιτσιρίκια είχαν πιάσει την κουβέντα με τον Μορφέα. Στην γαλήνη της νύχτας αντηχούσαν μόνο τα τριζόνια και τα πυροτεχνήματα από τις μισοαναμένες ψησταριές, που ως άλλες πυρές, μετά την εξιλέωση που προσέφεραν στα άπιστα χοιρινά, μοσχάρια και πουλερικά, χώνευαν τον εαυτό τους με την καυτή τους ανάσα. Τότε λοιπόν άκουσα την καλύτερη ατάκα! Ήταν τα λόγια που με έκαναν να ανατριχιάσω απ’ την κορφή μέχρι τα νύχια και να στηθώ σαν κυνηγόσκυλο σε φέρμα.

Ξέρεις τι μου μυρίζει τώρα; Είπε ο Λορέτζος με νοσταλγικό ύφος. Τον κοίταξα με απορία και το μυαλό μου μπερδεμένο από τις μπύρες. Μα την αλήθεια, τώρα μου μυρίζει κυνήγι! Ο έναστρος ουρανός και η υγρασία που νότιζε το χώμα, ξύπνησε στο μυαλό μας τα καλοκαιρινά καρτέρια και μας έκανε να είμαστε ένα βήμα πριν πάρουμε τα ντουφέκια στο χέρι. Μυρίζει κυνήγι!

Δημοσιεύθηκε στο ένθετο περιοδικό του Ελεύθερου Τύπου ΚΥΝΗΓΙ στις 3/8/2011.