ΚΥΚΛΑΔΙΤΙΚΟΙ ΝΤΟΥΜΠΛΕΔΕΣ

«ὑγίειάν τε γὰρ τοῖς σώμασι παρασκευάζει καὶ ὁρᾶν καὶ ἀκούειν μᾶλλον, γηράσκειν δὲ ἧττον»

"Η ασχολία με το κυνήγι φέρνει υγεία στο σώμα, οξύνει την όραση και την ακοή και επιβραδύνει τα γηρατειά"

Από το μεγαλειώδες έργο του ιστορικού Ξενοφώντα 430π.χ. - 354π.χ. "Κυνηγετικός" τον 5ο π.χ. αιώνα

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

Επιστολή στον Ελεύθερο Τύπο.

Πιαστήκαμε κορόιδα;

Κύριε διευθυντά,

Ορμώμενος από την αναφορά του περιοδικού μας σε περασμένο τεύχος στα αποτελέσματα των ευρωεκλογών και την επαναλαμβανόμενη αποτυχία του Κ.Ε.Κ., πήρα το θάρρος να γράψω μερικές γραμμές αποτυπώνοντας την πλήρη απογοήτευση μου πρώτα ως κυνηγός και μετά ως νοήμων άνθρωπος.

Τις απόπειρες του ΚΕΚ στις εκλογές τις γνωρίζεται καλύτερα από εμένα, μιας και είστε στυλοβάτης του από την πρώτη κιόλας στιγμή που ανάβλυσε αυτή η ιδέα από το μυαλό κάποιου. Με δεδομένη, λοιπόν, την πείρα που πλέον έχει η ηγεσία και ο κύριος Τσαγκανέλιας ως πρόεδρος του κόμματος -τον οποίο εκτιμώ βαθύτατα-, ποιος θεωρείτε εσείς ότι είναι ο λόγος που, για πολλοστή φορά, οι πόρτες της Ευρώπης μένουν κλειστές για μας; Γιατί δεν μπορέσαμε να ξεπεράσουμε πάλι αυτό το 1%; Αν σκεφτούμε λίγο και μοιράσουμε τις ψήφους, θα δούμε ότι οι κυνηγοί που στήριξαν το κόμμα μας ενδεχομένως να μην είναι πάνω από 30.000!

Συμφωνώ ότι το κλίμα πολώθηκε από τα μεγάλα κόμματα εξουσίας και το εκλογικό σώμα στράφηκε εκεί. Από την άλλη όμως, έχω την εντύπωση ότι κι εμείς δεν κάναμε, πάλι, κάτι για να επικοινωνήσουμε την σοβαρότητα της κατάστασης και την μοναδική ευκαιρία που είχε ο πολιτικός φορέας του Ελληνικού κυνηγίου να αποκτήσει «φωνή».

Η αποτυχία φέρνει εσωστρέφεια κι εγώ δεν θα αποτελέσω εξαίρεση του κανόνα τούτη την στιγμή. Όσοι συνάδελφοι έχουν την όρεξη πια να ανοίξουν κουβέντα για τις εκλογές που ξαναχάσαμε, ΟΛΟΙ τους, μαζί κι εγώ, έχουν στο στόμα την ίδια πικρία. Όλοι τους νιώθουν σαν τα παιδιά που τους πήραν το γλυκό από το χέρι. Όλοι τους έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους ότι μικροπολιτικά συμφέροντα και κομματικά τερτίπια δεν αφήσαν τόπο στο ΚΕΚ να ανασάνει. Όλοι τους έχουν την εντύπωση ότι για ακόμα μια φορά βάλαμε τα χέρια μας και βγάλαμε τα μάτια μας, αφού τόσο οι ταγοί δεν ήταν μπροστάρηδες, όσο και εμείς οι ίδιοι δεν τιμήσαμε τα τουφέκια μας! Λιγοστές είναι οι περιοχές που το ΚΕΚ έφερε αξιοπρεπή αποτελέσματα.

Πού να πήγαν άραγε οι κυνηγαράδες που καταπίνουν τα γουρούνια ζωντανά; Πού να ήταν κρυμμένοι οι λαγάδες που οσφραίνονται τον αφτιά από χιλιόμετρα; Οι περδικάδες; Οι τσιχλάδες; Οι τρυγονοφάγοι; Σε πιο πολιτικό λάβαρο ήταν ταμπουρωμένοι όλοι οι κυνηγοί; Γιατί δεν μπόρεσε κανείς να τους ενώσει…ΠΑΛΙ;

Ξέρω ότι δεν φταίει ένας, η, μια συγκεκριμένη κατάσταση μόνο. Το «ναυάγιο» ήταν αποτέλεσμα σωρείας λαθών, παραλήψεων και ένοχων σκέψεων. Αισθάνθηκα όμως την ανάγκη να εκφράσω τόσο την δική μου σκέψη και αγανάκτηση, όσο και όλων αυτών που τίμησαν συνειδητά –για πολλοστή φορά- το κόμμα με την ψήφο τους. Φυσικά δεν περιμένω απάντηση από κανέναν. Για άλλη μια φορά πιαστήκαμε κοροΐδα, μάλλον, της ίδιας μας της φάρας.
Ευχαριστώ για τον χρόνο και τον χώρο σας.

Με μεγάλη απογοήτευση.

Βασάλος Νίκος

Σύρος.

Δημοσιεύθηκε στο ένθετο περιοδικό του Ελεύθερου Τύπου ΚΥΝΗΓΙ στις 18/6/2014. 

Τρεις κι ο κούκος.

Του Νίκου Βασάλου http://kaliakouda.blogspot.gr

Η διαφορετικότητα που ασκείται το κυνήγι ποικίλει από τόπο σε τόπο. Ένας από τους γνώμονες για τούτη την ιδιαιτερότητα είναι το μέγεθος του κάθε κυνηγότοπου. Π.χ. αλλιώς κυνηγούν τρυγόνια στην βόρεια Ελλάδα κι αλλιώς εδώ κάτω στις Κυκλάδες. Οι χαώδεις καλλιέργειες δίνουν την δυνατότητα οι κυνηγοί να είναι σε μεγαλύτερη απόσταση ο ένας από τον άλλον, σε αντίθεση με τα μικρά, στριμωγμένα κυνηγοτόπια των νησιών μας, όπου μπορεί να μυρίσει ο ένας τον καπνό του τσιγάρου του άλλου, ή το άρωμα του ελληνικού καφέ που, μόλις ανοίξει το καπάκι, χιμάει να κατακτήσει όλη την πλαγιά.

Η απόσταση, από την πλευρά της ασφάλειας, είναι μια βασική παράμετρο. Από πλευράς συντροφικότητας όμως νομίζω ότι υστερεί κάπως, αφού δεν έχεις έναν άνθρωπο κοντά να υπερηφανευτείς για μια πετυχημένη τουφεκιά, ή να ζητήσεις παρηγοριά για την σκάρτη, αυτή που έπεσε στον γάμο του κουτρούλη.

Αντιλαλούν τα καρτέρια στις τζορνάδες, όταν τα πουπουλένια φάντομ σκίζουν τον αγέρα από τις κορυφές μέχρι τις ρίζες του ρέματος κι ανάποδα. «Πάνω σου, αριστερά σου, δεξιά, έκατσε στα βράχια έξω απ’ το καρτέρι» είναι κάποια από όλα αυτά που ακούγονται κι εκτός του ότι είναι υψίστης σημασίας για τον προσανατολισμό του συναδέλφου, μαζί με την λαχτάρα της συνάντησης με το θήραμα, ολοκληρώνουν τον μηχανισμό που ανεβάζει τα επίπεδα αδρεναλίνης στο αίμα στα ύψη!

Ο καθοδηγητής, ο καθοδηγούμενος, αλλά και όλοι οι παρατηρητές βρίσκονται εκείνη την στιγμή σε κατάσταση συναγερμού. Ο πρώτος αισθάνεται πως έχει ευθύνη να πληροφορήσει τον άλλον σωστά, ο δεύτερος προσπαθεί να «διαβάσει» και να ερμηνεύσει σωστά τις οδηγίες για να αυξήσει τις πιθανότητες της επιτυχίας του και όλοι οι τριγύρω, έχουν αγωνία και ελπίδες ότι οι άλλοι δυο θα αποτύχουν και το θήραμα θα γυρίσει προς τα δικά τους καρτέρια. Τα πολλά ζευγάρια μάτια δε, βοηθούν και στην ανεύρεση του θηράματος ανάμεσα στα θυμάρια και τους ασπαλάθους, που κατακλύζουν τις βουνοπλαγιές των κακοτράχαλων νησιών μας. Σωστό πανηγύρι σου λέω που σε άλλα μέρη με περίσσια άπλα δεν το βρίσκεις.

Μιας και ανέφερα την λαχτάρα παραπάνω. Η λαχτάρα είναι η αιτία που μένει κάποιος σε εγρήγορση. Είναι η αιτία που κάνει την διαδικασία του να επωμίσεις ένα όπλο κοντά στα 3 κιλά, ή και παραπάνω αρκετές φορές, να φέρεις τις ευθείες στα ίσα τους και να πατήσεις την σκανδάλη, ζήτημα 3 δευτερολέπτων! Φυσικά είναι και η μητέρα των λαθών. Η λαχτάρα για κάρπωση οδηγεί κάποιους να εκτροχιαστούν και να βγουν από τον φωτισμένο δρόμο του νόμου. Να πατήσουν την σκανδάλη όταν δεν πρέπει και να κόψουν το νήμα της ζωής σε πλάσμα που δεν ανήκει στα θηρεύσιμα, πολλές φορές, κατά λάθος.

Οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη άλλαζαν η μια μετά την άλλη και η αγωνία στα καρτέρια του Αργευτού ήταν μεγάλη. Οι πρώτες πέντε μέρες σηματοδοτούν την αρχή της καθόδου των κοπαδιών των αέναων ταξιδευτών για το μέρος μας κι αυτό το φαινόμενο ξεκινάει από τις μέσες, τα καρτέρια που βρίσκονται στην ενδοχώρα. Αυτά τα ντουφέκια «λαλούν» σαν τα κοκόρια το γλυκοχάραμα πρώτα κι ύστερα τα υπόλοιπα της Σύρας, αφού «σπάσουν» τα πουλιά και ψάχνουν μέρος να κρυφτούν. Αυτό συμβαίνει και όταν σε ολόκληρο το νησί πετάει ένα και μοναδικό, που είναι το σύνηθες. Διορθώνω την περιγραφή μου μην τυχών και νομίζεις ότι η Σύρα βρίσκεται στο Σουδάν. Είπαμε, καλά και διασκεδαστικά τα ψεματάκια, αλλά με μέτρο. Μη μας πάρουν με τις πέτρες!

Πίσω στο Αργευτό, ένα τρυγόνι είχε μπει στο ρέμα και είχε βαλθεί να ρεζιλέψει τα τουφέκια όλης της περιοχής. Τα φυσίγγια που χόρευαν άδεια στον αέρα για χατίρι του σύντομα ήταν διψήφιου αριθμού κι αυτό ακόμα πετούσε. Τέτοιες στιγμές ακούς τις πιο φοβερές ατάκες, τύπου: Κουρδιστό είναι, πλαστικό και το έστειλε ο Παπουτσάκης, ή ο Συλιβάνης (οπλοπώλες του νησιού) για να μας καίει τα φυσίγγια. Άντε βρε γιαουρτά αφού δεν ξέρεις σημάδι κι άλλες τέτοιες παρόλες που σου φτιάχνουν την διάθεση. Όταν δε, πέσει επιτέλους κάποιο από δαύτα, όλο και κάποιος θα φωνάξει «είχε πάρει σκάγια από μένα» ή «ζωντανό είναι ακόμα, αλλά έπεσε από το βάρος των σκαγιών». Αν μη τι άλλο, όλο αυτό το αλισβερίσι σε κάνει να ξεχνάς ότι κι αν είχες να τρώει το μυαλό σου όταν ανέβηκες στο βουνό και στο τέλος γυρνάς πίσω ίσαμε δυο τόνους πιο ελαφρύς!

Το τρυγόνι στο Αργευτό συνέχιζε να πετάει και να εξαργυρώνει 8αρια, 9αρια και από 28, έως 34 γραμμάρια σκάγια σε κάθε τουφεκιά. Δυο τρομαγμένες φτερούγες έκαναν την εμφάνιση τους από χαμηλά στο ρέμα και πήραν την ανηφοριά. «Το νου σου, έρχεται» είπε ο ένας στον άλλον στα αντικριστά καρτέρια. Τα φυσίγγια άρχισαν να βροντούν διαδοχικά το ένα μετά το άλλο…μπαμ, μπαμ, μπαμ και να που το τρίτο έκανε το θαύμα του και το θεριό άρχισε να κατρακυλά πάνω στα βράχια. Ένας τρίτος, που κάθονταν λίγο πιο ψηλά, έβλεπε την σκηνή απ’ την αρχή και είχε δει τόσο το τρυγόνι να αφήνει τα εγκόσμια από άλλο τουφέκι, όσο και έναν κούκο να πετάει τρομαγμένος παίρνοντας την ίδια, δυστυχώς, πορεία που τον έβγαλε μπροστά στον λαχταρισμένο, βιαστικό φουκαρά, ο οποίος χωρίς να ξέρει τι βλέπει σήκωσε το τουφέκι του και άρχισε να πυροβολεί. Με τις παλάμες κολλημένες στο στόμα, για να κάνει ηχείο, ο παρατηρητής φώναξε βροντερά «Τρεις κι ο κούκος». Τα γέλια αντήχησαν σε όλο το βουνό, ασχέτως αν στην πραγματικότητα θα έπρεπε να αντηχήσουν κλάματα.


Με τούτα και με κείνα όμως, το κυνήγι έτσι το ζούμε εδώ, από κοντά! Στα καλά και στα κακά του. Στα σοβαρά και τα αστεία του. Τότε που κόβουμε το νήμα της ζωής ενός ζώου και τότε που οργώνουμε, σπέρνουμε, κουβαλάμε νερό και σβήνουμε φωτιές…από κοντά!

Δημοσιεύθηκε στο ένθετο περιοδικό του Ελεύθερου Τύπου ΚΥΝΗΓΙ στις 18/6/2014.