Του Νίκου Βασάλου http://kaliakouda.blogspot.com
Ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται κι εγώ πεινάω, πεινάω πολύ. Κυνηγετική πείνα εννοώ. Δεν έχει έρθει η ώρα για την άλλη, την ακαταμάχητη διαμαρτυρία του στομάχου…ακόμα! Βέβαια έχω καταλήξει εδώ και πολλά χρόνια, ότι δεν με αντιπροσωπεύει να «κλέψω» για να την ικανοποιήσω. Λίγη φαντασία μου αρκεί.
Ονειροπόλος γαρ, συνέλαβα τις προάλλες τον εαυτό μου να ονειρεύεται, με ανοιχτά μάτια, κυνήγια ιδανικά. Τι τρυγονομάνι πέρασε από μπροστά μου δεν λέγεται! Φωνές από παντού προσπαθούσαν να με καθοδηγήσουν και να με παροτρύνουν για να πατήσω την σκανδάλη, αλλά εγώ πέρα βρέχει! Σαν χαζός κοιτούσα τα κοπάδια να περνάνε από πάνω μου. Και επειδή δικά μου είναι τα όνειρα, περνούσαν μάλιστα πολύ κοντά μου.
Τι κρίμα που οι εφιάλτες είναι πάντα κάπου εκεί κοντά κρυμμένοι. Έτσι αυθαίρετα, λοιπόν, θυμήθηκα όλους αυτούς που δεν χρειάζονται παρότρυνση για να πατήσουν την σκανδάλη. Για να ακριβολογώ μάλλον το αντίθετο χρειάζονται, συμβουλές για να μείνουν εγκρατείς! Φαντασία είναι αυτή, δεν μπορώ να την ελέγξω.
Ανώμαλη προσγείωση στην πραγματικότητα έκανε το μυαλό μου και άρχισα πλέον να σκέφτομαι, συνειδητά, όλες αυτές τις περιπτώσεις που ντροπιάζουν την κυνηγετική οικογένεια και υποσκάπτουν τα θεμέλια που έχουν μπει, εδώ και αιώνες, στο ελληνικό κυνηγετικό οικοδόμημα, βάζοντας σε δυσάρεστες περιπέτειες όλους αυτούς που έχουν το κυνήγι μέσα στην καρδιά και την ψυχή τους.
Πρόεδροι συλλόγων. Πρόεδροι κυνοφιλικών ομίλων. Επίορκοι φύλακες θήρας. Καρεκλοκένταυροι σε υψηλά κλιμάκια. Επιφανείς πολίτες, ίσως οι πρώτοι στις πόλεις τους, γίνονται ένα. Το ίδιο και το αυτό με έναν κοινό παραπτωματία. Έναν κακομοίρη κλεφτάκο που κοιτά πίσω του όταν προχωράει στον δρόμο. Είναι αυτοί που μόνοι τους υποβιβάζουν την ανθρώπινη τους υπόσταση και μετά αυτή, την κυνηγετική τους. Χρίζονται αυτόχειρες και δήμιοι ταυτόχρονα.
Είναι αυτοί που στερούν στον εαυτό τους τις χαρές που προσφέρει το κυνήγι, ή, μάλλον, τις ανταλλάσουν με εκείνη την γλυκόπικρη γεύση που αφήνει το λαθροκυνήγι από την μια και τυλίγουν πλαστικές σακούλες στο πρόσωπο του κυνηγίου, στερώντας του πολύτιμο οξυγόνο από την άλλη. Είναι κάποιοι από αυτούς που μας εκτείθουν ανεπανόρθωτα.
Είναι αυτοί που ρίχνουν, ελαφρά την καρδία, τους κόπους και τα όνειρα όλων μας στα σκουπίδια που έχουν στο άρρωστο μυαλό τους. Είναι αυτοί για τους οποίους φτιάχτηκε η παροιμία που λέει ότι: Το ψάρι βρωμάει απ’ το κεφάλι! Είναι αυτοί, οι υπεράνω πάσης υποψίας.
Εμείς; Τι κάνουμε όλοι εμείς;
Δημοσιεύθηκε στο ένθετο περιοδικό του Ελεύθερου Τύπου ΚΥΝΗΓΙ στις 1/2/2012.
Ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται κι εγώ πεινάω, πεινάω πολύ. Κυνηγετική πείνα εννοώ. Δεν έχει έρθει η ώρα για την άλλη, την ακαταμάχητη διαμαρτυρία του στομάχου…ακόμα! Βέβαια έχω καταλήξει εδώ και πολλά χρόνια, ότι δεν με αντιπροσωπεύει να «κλέψω» για να την ικανοποιήσω. Λίγη φαντασία μου αρκεί.
Ονειροπόλος γαρ, συνέλαβα τις προάλλες τον εαυτό μου να ονειρεύεται, με ανοιχτά μάτια, κυνήγια ιδανικά. Τι τρυγονομάνι πέρασε από μπροστά μου δεν λέγεται! Φωνές από παντού προσπαθούσαν να με καθοδηγήσουν και να με παροτρύνουν για να πατήσω την σκανδάλη, αλλά εγώ πέρα βρέχει! Σαν χαζός κοιτούσα τα κοπάδια να περνάνε από πάνω μου. Και επειδή δικά μου είναι τα όνειρα, περνούσαν μάλιστα πολύ κοντά μου.
Τι κρίμα που οι εφιάλτες είναι πάντα κάπου εκεί κοντά κρυμμένοι. Έτσι αυθαίρετα, λοιπόν, θυμήθηκα όλους αυτούς που δεν χρειάζονται παρότρυνση για να πατήσουν την σκανδάλη. Για να ακριβολογώ μάλλον το αντίθετο χρειάζονται, συμβουλές για να μείνουν εγκρατείς! Φαντασία είναι αυτή, δεν μπορώ να την ελέγξω.
Ανώμαλη προσγείωση στην πραγματικότητα έκανε το μυαλό μου και άρχισα πλέον να σκέφτομαι, συνειδητά, όλες αυτές τις περιπτώσεις που ντροπιάζουν την κυνηγετική οικογένεια και υποσκάπτουν τα θεμέλια που έχουν μπει, εδώ και αιώνες, στο ελληνικό κυνηγετικό οικοδόμημα, βάζοντας σε δυσάρεστες περιπέτειες όλους αυτούς που έχουν το κυνήγι μέσα στην καρδιά και την ψυχή τους.
Πρόεδροι συλλόγων. Πρόεδροι κυνοφιλικών ομίλων. Επίορκοι φύλακες θήρας. Καρεκλοκένταυροι σε υψηλά κλιμάκια. Επιφανείς πολίτες, ίσως οι πρώτοι στις πόλεις τους, γίνονται ένα. Το ίδιο και το αυτό με έναν κοινό παραπτωματία. Έναν κακομοίρη κλεφτάκο που κοιτά πίσω του όταν προχωράει στον δρόμο. Είναι αυτοί που μόνοι τους υποβιβάζουν την ανθρώπινη τους υπόσταση και μετά αυτή, την κυνηγετική τους. Χρίζονται αυτόχειρες και δήμιοι ταυτόχρονα.
Είναι αυτοί που στερούν στον εαυτό τους τις χαρές που προσφέρει το κυνήγι, ή, μάλλον, τις ανταλλάσουν με εκείνη την γλυκόπικρη γεύση που αφήνει το λαθροκυνήγι από την μια και τυλίγουν πλαστικές σακούλες στο πρόσωπο του κυνηγίου, στερώντας του πολύτιμο οξυγόνο από την άλλη. Είναι κάποιοι από αυτούς που μας εκτείθουν ανεπανόρθωτα.
Είναι αυτοί που ρίχνουν, ελαφρά την καρδία, τους κόπους και τα όνειρα όλων μας στα σκουπίδια που έχουν στο άρρωστο μυαλό τους. Είναι αυτοί για τους οποίους φτιάχτηκε η παροιμία που λέει ότι: Το ψάρι βρωμάει απ’ το κεφάλι! Είναι αυτοί, οι υπεράνω πάσης υποψίας.
Εμείς; Τι κάνουμε όλοι εμείς;
Δημοσιεύθηκε στο ένθετο περιοδικό του Ελεύθερου Τύπου ΚΥΝΗΓΙ στις 1/2/2012.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου