ΚΥΚΛΑΔΙΤΙΚΟΙ ΝΤΟΥΜΠΛΕΔΕΣ

«ὑγίειάν τε γὰρ τοῖς σώμασι παρασκευάζει καὶ ὁρᾶν καὶ ἀκούειν μᾶλλον, γηράσκειν δὲ ἧττον»

"Η ασχολία με το κυνήγι φέρνει υγεία στο σώμα, οξύνει την όραση και την ακοή και επιβραδύνει τα γηρατειά"

Από το μεγαλειώδες έργο του ιστορικού Ξενοφώντα 430π.χ. - 354π.χ. "Κυνηγετικός" τον 5ο π.χ. αιώνα

Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010

ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ "ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑ". ΤΥΠΟΣ ΚΥΝΗΓΙ 17/3/10




Το θέμα έχει γίνει από φαινόμενο, συνήθεια. Για κάποιους μια λύση και για κάποιους άλλους, η μόνη λύση.
Μέχρι πριν μερικά χρόνια η πλειονότητα από εμάς, ασκούσαμε και ασκούμε το χόμπι μας ελεύθερα, στο χώρο που γεννηθήκαμε, μεγαλώσαμε και ζούμε. Τα τελευταία χρόνια όμως, επικρατεί η λογική του να κυνηγάς το θήραμα, όσο πιο κοντά γίνεται στο μέρος που αναπαράγεται, ή στο μέρος το οποίο είναι ο καλύτερος βιότοπος του είδους. Έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες συνάντησης και ως επέκταση κάρπωσης από την μια, αλλά είναι και μια ευκαιρία να δικαιολογήσουν το «φαί» τους και οι τετράποδοι φίλοι μας από την άλλη. Έτσι η ιδέα του κυνηγετικού τουρισμού ολοένα αυξάνεται. Έχει ξεσηκώσει μάλιστα τόσο πολύ κόσμο, που τα χρήματα τα οποία ετησίως ξοδεύονται για τον συγκεκριμένο σκοπό, συντάσσουν αριθμό με πολλά μηδενικά. Αν για παράδειγμα υπολογίσουμε ότι από την Σύρο για Πειραιά, ένα Ι.Χ. και δυο ατομικά εισιτήρια κοστίζουν γύρω στα 300 ευρώ με επιστροφή, βάλτε βενζίνη, ξενοδοχείο, φαγητό. Για 5 ήμερες δυο άτομα, θα πρέπει να πληρώσουν πάνω από 1000 ευρώ, εκτός κάποια έξοδα για την περίσταση (ρούχα, παπούτσια, λάστιχα, σέρβις, κτλ, κτλ). Κάντε τον υπολογισμό τώρα μονοί σας από όσους ξέρετε που την «κοπανάνε» και θα καταλήξετε σε υψηλά νούμερα. Και όλα αυτά μόνο για αυτούς που πάνε για κυνήγι, αλλά εντός των συνόρων και ελεύθερα (όχι σε ρεζέρβα). Υπάρχει βέβαια και η «Open frontiers» κατηγορία και αποτελείτε από αυτούς που πάνε εξωτερικό για μπεκάτσες, φάσες, φασιανούς, ορτύκια, τρυγόνια, ελάφια, ζαρκάδια, χήνες και ότι άλλο σας έρχεται στο μυαλό.
«Πας και ξεδίνεις», «Ευχαριστιέσαι τουφεκιές», «Εκεί ο σκύλος σου παίρνει αξία». Όλα τα παραπάνω δεν είναι τίποτα άλλο από κάποιες μαρτυρίες ατόμων που μπήκαν στην διαδικασία και στα έξοδα και έκαναν ένα τέτοιο ταξίδι, εντός ή εκτός των συνόρων.
Βλέποντας αυτή τη φρενίτιδα της οικοδομικής εξάπλωσης (και ας λένε άλλα οι μελέτες), διαπιστώνοντας ότι κάθε χρόνο είναι και χειρότερα, ο καθένας μας μπαίνει στην διαδικασία να σκεφτεί (έστω και φευγαλέα) την ιδέα μιας απόδρασης, το δικό του «ταξίδι στα Κύθηρα».
Σίγουρα είναι μια λύση η απόδραση στα δάση και τις πεδιάδες της υπόλοιπης Ελλάδας, ή όπου αλλού προσφέρονται αυτά τα έντονα συναισθήματα, που νιώθουμε όλοι εμείς που έχουμε μέσα μας το «σαράκι» του κυνηγιού. Μήπως όμως τελικά, σιγά – σιγά θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι είναι η μονή λύση; Γιατί, καθημερινά ζούμε το φαινόμενο της άναρχης δόμησης, της οικοπεδοφαγίας, της αποψίλωσης των δασών. Και τι πρέπει να κάνουμε από την άλλη, να καταθέσουμε τα «όπλα» αμαχητί και όπου φύγει – φύγει; Γιατί να πρέπει να ξενιτευτεί κάποιος για να σκοτώσει 50 ορτύκια, 20 τρυγόνια ή 15 μπεκάτσες την σεζόν; Να πάω δεν λέω, αλλά με την θέληση μου, όχι με το ζόρι, όχι επειδή δεν γίνεται αλλιώς. Σίγουρα υπάρχουν κάποιοι που το να πάνε ένα – δυο ταξιδάκια το χρόνο, είναι σταγόνα στον ωκεανό οικονομικά γι’ αυτούς. Μην ξεχνάμε όμως και τους υπόλοιπους, (που είναι η πλειοψηφία) που μαζεύουν ευρώ το ευρώ για την «τοπική» άδεια. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα! Σίγουρα σαν εμπειρία αξίζει και με το παραπάνω ένα τέτοιο ταξίδι, όλοι μας κάποια στιγμή έχουμε πάει ένα, έστω και κοντινό. Μπορεί αν το καλοσκεφτούμε, να λειτουργεί και σαν καταλύτης στην διαχειριστική παιδεία του καθενός μας. Φανταστείτε να ανεβαίνεις στο βουνό και να μην έχεις την αγωνία της κάρπωσης! Τι ζημιά μπορεί να κάνει σε ένα μαντρί ένας χορτάτος λύκος; (ατυχής ο χαρακτηρισμός αλλά...). Σκεφτείτε κάποια στιγμή να μπορέσουν «κάποιοι» να απαγκιστρωθούν από το σύνδρομο της «τσάντας»! Οι τελευταίες εξελίξεις είναι γεγονός ότι άφησαν σε όλους μας μια γλυκόπικρη γεύση. Ας ελπίσουμε ότι δεν ήταν η αφορμή έτσι ώστε (αν όχι του χρόνου) στα επόμενα χρόνια οι ρεζέρβες να μας παρουσιαστούν ως η μόνη και σωτήρια λύση στις συνεχής κόντρες του κυνηγόκοσμου με τους οικ(ω)λόγους.
Ίσως να ακούγετε πολύ ρομαντικό ακόμα και ηλίθιο, όμως ελπίζω και εύχομαι τελικά, το «ταξίδι στα Κύθηρα» του καθ’ ενός μας, να μπορέσει κάποια στιγμή να είναι εκεί που γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζει. Εκεί που θα μεγαλώσει τα παιδιά του και θα τους «φυτέψει» τον σπόρο της αγάπης για την βιώσιμη και όχι αποστειρωμένη φύση. Εκεί που ο καφές, το τσιγάρο, και η πρωινή υγρασία θα έχουν πάντα την ίδια γεύση και μυρωδιά. Έτσι όπως όταν ήμασταν παιδιά.