«ὑγίειάν τε γὰρ τοῖς σώμασι παρασκευάζει καὶ ὁρᾶν καὶ ἀκούειν μᾶλλον, γηράσκειν δὲ ἧττον»
"Η ασχολία με το κυνήγι φέρνει υγεία στο σώμα, οξύνει την όραση και την ακοή και επιβραδύνει τα γηρατειά"
Από το μεγαλειώδες έργο του ιστορικού Ξενοφώντα 430π.χ. - 354π.χ. "Κυνηγετικός" τον 5ο π.χ. αιώνα
Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011
Αναμνήσεις... του κ.Βασίλη από την Άνδρο (Μέρος Τέταρτο) !!!
Ο κυρ Βασίλης συνεχίζει να μας ταξιδεύει με την πολύ παραστατική του πένα. Θυμίζοντας μας άπειρες περιπέτειες από δικές μας εξόδους. Ξυπνά του αναγνώστη τις μνήμες όταν, μικρός κι αυτός, έδωσε τον δικό του αγώνα για το πρώτο τουφέκι. Την ανατριχίλα της χαράς, της πρώτης κάρπωσης. Να’σαι καλά κυρ Βασίλη και σ’ ευχαριστούμε που μοιράζεσαι μαζί μας τις θύμησές σου.
Κάπως έτσι, είναι και οι αναμνήσεις των οικολόγων. Περιγράφουν την πρώτη τους φορά που είδαν αγελάδα στην τηλεόραση και νόμιζαν ότι είναι Δαλματίας χοντρό!!!
Αναμνήσεων συνέχεια...
Τσιμουδιά αυτός. Γαμώτο τον έχασα και δεν ξέρω προς τα που να πάω. Ανηφόριζα την πλαγιά όταν ο σκύλος κοκάλωσε πάλι. Το όπλο είναι κρεμασμένο στην πλάτη και ο λαγός που πετάχτηκε μπροστά από τη μούρη του σκύλου, έγινε λαγός. Το μέρος είναι μισό- δασωμένο και δεν υπάρχει μεγάλη ορατότητα. Ξανά - βάζω φωνή. Κυρ-Βασίληηηηηη, μου έφυγε άλλος λαγός. Πλήρης ησυχία. Τι έγινα γαμώτο, τους έχασα; σε ένα λεπτό ακούω από πάνω μου μια τουφεκιά. Άλλη φωνή. –κυρ Βασίληηηηη τον πέτυχες; τίποτα., καμιά απάντηση. Μετά από λίγο τον βλέπω μπροστά μου. –τι έγινε ; τι τουφέκισες; -ένα κοτσύφι. Σκεφτόμουνα. Τι σόι πέρδικο-κυνηγός είναι αυτός που βαράει κοτσύφια; Από το σακίδιο του που φούσκωνε, κρεμόταν τα πόδια του λαγού. Τον είχε πάρει και με δούλευε. Μετά μου είπε ότι στο βουνό δεν φωνάζουμε με το παραμικρό και ότι θέλει ησυχία. Κοίταγε το σκύλο που αλώνιζε γύρω μας και έκανε το σταυρό του. Δεν το πίστευε. Κάναμε κολατσιό και αποφασίσαμε να γυρίζουμε σιγά-σιγά γιατί είχαμε δρόμο και το ραντεβού στο πούλμαν ήταν για τις 3. Αραιώσαμε και μετά από λίγο, κάποιος από ψηλά, σήκωσε ένα κοπαδάκι πουλιά. Ένα πουλί ερχόταν προς το μέρος μου. Για κακή του τύχη σαν στραβό πήγε και έπεσε επάνω στα σκάγια μου. Γέμισε ο τόπος πούπουλα. Ο σκύλος κοκάλωσε, αλλά εγώ του το άρπαξα, μη μου το σαλιώσει. Μετά μου είπαν ότι ήταν αρσενικό και λέγεται "κότσος" γυρίσαμε στο πούλμαν χωρίς κανένα πρόβλημα από το σκύλο, που όταν περπατούσε ή έτρεχε δεν φαινόταν ότι τρέμει. Όταν όμως φτάσαμε και έμεινε ακίνητος άρχισε πάλι το σουστάρισμα.
Αν δεν τους βεβαίωνε ο Βουζουναρας ότι το σκυλί έβγαλε τρεις λαγούς θα με δουλεύανε ότι τον αγόρασα. Ήμουν και ο πιο τυχερός γιατί είχα και λαγό και πέρδικα. Άλλοι δυο είχαν από μια πέρδικα και ο κυρ-Βασίλης το λαγό. Τελευταίος γύρισε με μιάμιση ώρα καθυστέρηση ο Λεύτερης κουβαλώντας τον σκύλο του στην πλάτη με σκισμένα πόδια και βρίζοντας, γιατί δεν είχε κάνει τίποτα. Έφαγε και μια κατσάδα από τους άλλους, γιατί από ότι έμαθα το είχε σύστημα να έρχεται τελευταίος. Όταν έμαθε από τους άλλους τι είχα κάνει του κόπηκε μια και καλή η όρεξη να μου κάνει πλάκα. Θα κάνω μια παρένθεση να γράψω ότι, όταν πηγαίναμε για κυνήγι, κανένας δεν κοιμόταν. Γινόταν μεγάλη πλάκα μεταξύ τους. Εγώ βέβαια δεν τολμούσα να λάβω μέρος γιατί ήμουν ο νέος της παρέας. Άσε που οι περισσότεροι ήταν στην ηλικία του πατέρα μου. Στο γυρισμό κατά κανόνα σταματούσαμε στον Κορακόληθο , στις ψησταριές και αφανίζαμε τα παϊδάκια. Μετά πέφταμε στον ύπνο.
Το βράδυ μπαίνοντας στο σπίτι ο πατέρας μου καθόταν στην ίδια πολυθρόνα . του ακουμπάω την τσάντα μπροστά του και του λεω όλο χαρά. "ορίστε πάρε για να μη φωνάζεις". Όταν είδε το περιεχόμενο κοκκίνισε, έβαλε τα γέλια και με ρώτησε πότε θα ξανά πάω. Του απάντησα "Την άλλη Κυριακή".
Τη επόμενη Κυριακή γύρισα άκαπνος και άδειος.
Λενε ότι του κυνηγού και του ψαρά το πιάτο...!
Εγώ πάντως δεν απογοητεύτηκα , ελπίζοντας ότι την άλλη Κυριακή θα είμαι πιο τυχερός. Αυτή τη φόρα πάλι λόγω κακοκαιρίας αντί για τα Αντίκυρα , πήγαμε στο Κυριάκι. Ένα μέρος σχετικά γυμνό και από ότι έλεγαν οι άλλοι με πολύ λίγα πουλιά. Πράγματι δεν βγάλαμε τίποτα και ανηφορίζοντας .όπως κρατούσα το όπλο, παράλληλα προσπαθούσα να καθαρίσω ένα μανταρίνι. Ο σκύλος ήταν κοντά μου και περίμενε να του δώσω το μερίδιο του. Τον είχα μάθει να τρωει όλα τα φρούτα και όσοι τον έβλεπαν μου έλεγαν, ότι είναι κατσίκα.. Ξαφνικά πετάχτηκε ο λαγός από μόνος του. Πρόλαβα και πέταξα το μανταρίνι και του έστειλα μια βιαστική, που όμως δεν τον πήρε, παρά μερικά σκάγια του τρύπησαν τα αυτιά. Κοκάλωσε και σηκώθηκε στα πίσω πόδια. Το πιο πιθανό είναι ότι ζαλίστηκε. Όμως το σκυλί τον καπάκωσε και τον κρατούσε με το στόμα και τα πόδια γιατί τσίριζε. Τον άρπαξα και προσπαθούσα να τον κρατήσω γερά, μη μου φύγει και με το φόβο μη με δαγκώσει, γιατί είχα ακούσει ότι γρατζουνάει και δαγκώνει.
Με τις φωνές του μαζεύτηκαν και οι άλλοι κυνηγοί και κάναμε σχέδια να τον φέρουμε πίσω ζωντανό, μιας που δεν είχε στο σώμα σκάγια. Ήλθε και ο Λευτέρης μου πήρε το λαγό από τα χέρια τον κοπάνησε και το σκότωσε και με άρχισε στις Χρήστο- Παναγίες. Τσαντίστηκα. Μου ‘ρθε να του δώσω μια γροθιά στα μούτρα. Οι άλλοι απορημένοι τον ρωτήσανε γιατί το έκανε. Ή απάντηση ήταν ότι ερχόταν προς τα εκεί και θα τον έβγαζε ο σκύλος του. Το τι άκουσε από τους άλλους δεν περιγράφεται. Εγώ από τότε όταν ήταν μαζί μας άλλαζα βουνό. Εκείνη την ημέρα ο μόνος που είχε κάτι ήμουν εγώ. Όλοι ήταν άδειοι. Τότε μου κόλλησαν το παρατσούκλι "ο λαγοφάγος".
Πέρασαν δυο χρόνια να ξανά δω λαγό και όχι με αυτή την παρέα . Το βράδυ στο σπίτι έγινε χαρά μεγάλη. Ό λαγός έγινε στιφάδο Καλεσμένος και ο θείος από την Καλογρέζα, που καμάρωνε γιατί ήμουν μαθητής του. Τη επόμενη εβδομάδα, παρέα εγώ και ο πατέρας πήγαμε το σκύλο στον κτηνίατρο Ιπποκράτη Σαβούρα . αυτός μου είπε ότι το σκυλί είχε αρρωστήσει από μόρβα και ότι του είχε αφήσει αυτό το κουσούρι. Συμπτωματικά αυτός τον είχε περιθάλψει. Με διαβεβαίωσε ότι δεν έχει πρόβλημα στη μύτη, αλλά το τρέμουλο δεν θα περάσει. Ίσως να λιγόστευε με τον καιρό και με την άσκηση. Πράγματι έτσι έγινε. Ό σκύλος εμβολιάστηκε έβγαλε ταυτότητα και είχε το δικαίωμα να μπαίνει στα αστικά, στα υπεραστικά λεωφορεία κάτω από το τελευταίο κάθισμα και φορώντας φίμωτρο. Επίσης στον ηλεκτρικό, στη σκευοφόρο. Πλήρωνε δε μισό εισιτήριο.
Περιττό να πω ότι αναβαθμίσθηκε και δεν κοιμόταν πια έξω, αλλά σε ένα χαλάκι μπροστά στο κρεβάτι μου. Το 1966 το καλοκαίρι παρουσιάστηκα στον Άραξο. Το σκυλί δεν μπορούσε να μείνει στην Αθήνα και το στείλαμε στο θείο στο Λαύριο, που είχε χώρο. Το Σεπτέμβριο ένας φίλος του κυνηγός το ζήτησε να πάει για κυνήγι απέναντι στη Μακρόνησο. Από ότι μου είπε μετά, έκανε ένα τσουβάλι ορτύκια και ο σκύλος τα έπιανε ζωντανά. (υπερβολικό βέβαια, αλλά το ορτύκι το γνώριζε). Μου έγραψε ένα γράμμα ότι θέλει να τον αγοράσει. Αρνήθηκα. Μετά λίγο καιρό πήρα άλλο γράμμα από το θείο ότι το σκυλί το σκότωσε αυτοκίνητο στον άσφαλτο. Πιστεύω ότι το κλέψανε. Ο θείος δεν θα το έδινε σε καμιά περίπτωση, γιατί με αγαπούσε σαν παιδί του. Μια που αυτός δεν είχε.
ΥΓ. προσπάθησα όσο μπορούσα πιο λιτά γίνεται να σας τα περιγράψω. Εκείνο που θέλω να σας βεβαιώσω είναι ότι δεν υπάρχει ίχνος υπερβολής και ψέματος.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου